Ο ΟΣΙΟΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Ο ΑΘΩΝΙΤΗΣ
ΚΑΙ Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΟΣ ΜΟΝΑΧΙΣΜΟΣ [Β´]
Παῦλος Μoναχὸς Λαυριώτης
ΑΦΙΞΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ
. Φεύγει λοιπὸν καὶ ἀποβιβάζεται στὴν Ἄβυδο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Φθάνοντας ἐκεῖ, ἔστειλε πίσω στὸν Ἄθωνα τὸ πλοῖο τῆς Λαύρας μὲ τοὺς περισσότερους ἐκ τῶν συνοδῶν του. Ἕνα μοναχὸ ἀποστέλλει στὴ Βασιλεύουσα μὲ σκοπὸ νὰ ἐπιδώσει στὸν αὐτοκράτορα ἐπιστολὴ καὶ ὁ ἴδιος μὲ τρεῖς ἐμπίστους μοναχοὺς ἐπιβιβάζεται σὲ πλοῖο μὲ προορισμὸ τὴν Κύπρο. Μὲ τὸ γράμμα στὸν αὐτοκράτορα τὸν πληροφορεῖ ὅτι παραιτεῖται ἀπὸ τὴν ἡγουμενία, ἀλλὰ συγχρόνως τοῦ ὑποδεικνύει τὸ μοναχὸ Εὐθύμιο, νὰ ἀναλάβει τὸ ἀξίωμα.
. Φθάνοντας στὴν Κύπρο, διαμένει στὴ Μονὴ τῶν Ἱερέων καὶ ἀποστέλλει
τὸν μοναχὸ Θεοδοτὸ στὴν Λαύρα, μὲ ἀποστολὴ νὰ παρακολουθεῖ τὴν ἐξέλιξη
τῶν ὑποθέσεων τῆς Μονῆς. Μόλις ἡ πορεία τῶν πραγμάτων τῆς Μονῆς πῆρε
ἀρνητικὴ τροπή, ὁ Θεοδοτὸς ἐπιστρέφει στὴν Κύπρο καὶ ἐνημερώνει τὸν
Ἀθανάσιο γιὰ τὴν κατάσταση. Ὁ αὐτοκράτωρ, διαβάζοντας τὴν ἐπιστολὴ τοῦ
Ἀθανασίου, λυπεῖται, καθιστᾶ τὸν μοναχὸ Εὐθύμιο ἡγούμενο τῆς Λαύρας καὶ
πάραυτα, ἀποστέλλει γράμματα πρὸς ἀναζήτησιν τοῦ Ἀθανασίου, ὁ ὁποίος
κρυβόταν στὴν Μονὴ τῶν Ἱερέων.
. Τὰ γράμματα ἔφθασαν καὶ στὸν ἡγούμενο τῆς Μονῆς τῶν Ἱερέων, ὁ
ὁποῖος ἐκάλεσε τὸν Ἀθανάσιο καὶ τὸν συνοδό του μοναχὸ Ἀντώνιο πρὸς
ἐξακρίβωση. Ὁ Ἀθανάσιος ἀπέφυγε νὰ ἀποκαλύψει τὸν ἑαυτό του. Ἀναχωρεῖ μὲ
τὸν Ἀντώνιο καὶ φθάνει στὴν πόλη Ἀττάλεια τῆς Μ. Ἀσίας, ὅπου φθάνει
ἐπίσης καὶ ὁ μοναχὸς Θεοδοτός, ὁ ὁποῖος πληροφορεῖ τὸν Ἀθανάσιο γιὰ τὴν
θλιβερὴ κατάσταση τῆς Λαύρας. Ἔτσι χωρὶς χρονοτριβή, ἀποφασίζει νὰ
ἐπιστρέψει στὴν Μονή. Ἡ ἐπάνοδός του στὴν Λαύρα ἔδωσε χαρὰ καὶ
ἱκανοποίηση στοὺς πατέρες, οἱ ὁποῖοι δοκιμάσθηκαν ἀρκετὰ κατὰ τὸ
διάστημα τῆς ἀπουσίας του, κατὰ τὴν ὁποία διακινδύνευσε καὶ ἡ ἴδια ἡ
ὕπαρξη τῆς Μονῆς.
ΣΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑ
. Ἀφοῦ ἐτακτοποίησε καλῶς ὅλα τὰ πράγματα τῆς Λαύρας, ἀπεφάσισε νὰ μεταβεῖ στὴν Βασιλεύουσα πρὸς συνάντηση τοῦ αὐτοκράτορος Νικηφόρου Φωκᾶ. Ἡ συνάντηση τῶν δύο ἀνδρῶν ὑπῆρξε συγκινητική, καὶ ἀκόμη περισσότερο, σημαντικὴ καὶ χρήσιμη. Δὲν ἔγινε ἁπλῶς ἡ διάλυση τῶν παρεξηγήσεων ἀλλὰ ὑπῆρξε σταθμός, ὄχι μόνον γιὰ τὴν ἱστορία τῆς Λαύρας, ἀλλὰ καὶ τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
. Ὁ Ἀθανάσιος ἐγνώριζε πολὺ καλὰ ὅτι ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς ἀπὸ τὴν θέση
τὴν ὁποία πλέον κατεῖχε θὰ βοηθοῦσε ἀποτελεσματικὰ τὴν Λαύρα. Πράγματι, ὁ
αὐτοκράτωρ ἐξέδωσε, χάριν τοῦ Ἀθανασίου, ὑπὲρ τῆς Λαύρας τρία
χρυσόβουλλα, τὰ ὁποῖα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν θεσμική τους διάσταση, παραχωροῦσαν
στὴν νεόδμητη Λαύρα σημαντικὲς δωρεές. Στὸ χρυσόβουλλό του, τὸ ὁποῖο
εἶχε χαρακτήρα Τυπικοῦ γιὰ τὴν Λαύρα, ὁ Φωκᾶς περιέχει μία ρήτρα μεγάλης
σημασίας: κανεὶς δὲν εἶχε τὸ δικαίωμα νὰ ἐπεμβαίνει στὴν Λαύρα ἐκτὸς
ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα. Ἡ Λαύρα, ἡ ὁποία ἀπὸ ἰδιωτικὴ κατέστη βασιλικὴ
αὐτοκρατορική, μὲ τὴν ἀνάρρηση τοῦ Φωκᾶ στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο
καθιεροῦται ἐλευθέρα καὶ αὐτοδέσποτος ἀπὸ κάθε κοσμικὴ ἢ ἐκκλησιαστικὴ
ἀρχή.
. Ὁ Νικηφόρος, κτίτωρ τῆς Μονῆς, ἔχει τὴν κυριότητά της σὲ ὅλη τὴν
διάρκεια τῆς ζωῆς του, καὶ μετὰ τὸν θάνατό του περιέρχεται στὸν
Ἀθανάσιο, ὁ ὁποῖος εἶναι ἰσόβιος ἡγούμενος. Ὁ Φωκᾶς μὲ τὸ χρυσοβουλλό
του ἀπαγορεύει τὴν παραχώρηση τῆς Λαύρας σὲ πρόσωπο ξένο πρὸς αὐτήν,
κοσμικὸ ἢ ἐκκλησιαστικὸ ἢ σὲ ἄλλη Μονή. Παράλληλα χορηγεῖ στὴν Λαύρα
χρηματικὲς παροχὲς σὲ ἐτήσια βάση, ἀναγκαῖες γιὰ τὴ συντήρησή της. Ἔτσι,
ἡ Λαύρα καθίσταται αὐτοκρατορικὸ μοναστήρι, μὲ κοινοβιακὸ χαρακτήρα, μὲ
πλοῦτο καὶ εὐμάρεια.
. Τὴν ἴδια περίοδο, λόγῳ τῆς φήμης τοῦ Ἀθανασίου καὶ τῆς
ἐντυπωσιακῆς ἐξελίξεως τῆς Λαύρας, μοναχοὶ ἀπὸ πολλὲς περιοχὲς
προσέρχονται νὰ ὑποταχθοῦν. Μεταξὺ αὐτῶν ἔρχονται ἀπὸ τὴν Ρώμη,
Καλαβρία, Ἰταλία, Ἰβηρία, Ἀρμενία κ.λ.π. Ὅλοι αὐτοὶ βρίσκουν καταφύγιο
τὴν Λαύρα, ἡ ὁποία τὴν περίοδο αὐτὴ (964-972) ἦταν τὸ μόνο σημαντικὸ
μοναστικὸ ἵδρυμα, ἐκτὸς τοῦ Πρωτάτου, στὸν Ἄθω.
. Αὐτὴ ἡ πρωτόγνωρη ἄνοδος τῆς Λαύρας δημιούργησε ὁρισμένες
ἀντιδράσεις ἀπὸ πολλοὺς Ἀθωνίτες ἀσκητές, ἐρημίτες καὶ ἡγουμένους
μονυδρίων. Ἡ βασικὴ διαμαρτυρία ἐπικεντρώνονταν στὸ ὅτι μὲ τὴν μεγάλη
οἰκονομικὴ δραστηριότητα, τὶς ἄφθονες χρηματικὲς δωρεὲς κ.λπ.
ἀλλοιώνονταν ἡ μοναχικὴ παράδοση τοῦ Ὄρους καὶ ὁ χαρακτήρας τοῦ
ἁγιορείτικου ἀσκητικοῦ πνεύματος, ὅπως τότε ὑπῆρχε στὸν Ἄθω.
. Ἡ δολοφονία τοῦ Νικηφόρου Φωκᾶ, δημιούργησε μία νέα ἐποχὴ καὶ τροπὴ
στὰ ἁγιορείτικα πράγματα. Ὅσοι ἀντιδροῦσαν ἢ διαφωνοῦσαν μὲ τὸν
Ἀθανάσιο, θεώρησαν κατάλληλη τὴν εὐκαιρία νὰ ἀνακόψουν τὴν πορεία του.
Ἔτσι, ἔστειλαν ἀντιπροσωπεία στὸ νέο αὐτοκράτορα στὸν ὁποῖο διετύπωσαν
τὶς αἰτιάσεις τους.
ΤΟ ΤΥΠΙΚΟ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΖΙΜΙΣΚΗ
. Ὁ νέος αὐτοκράτωρ Ἰωάννης Τζιμισκὴς (969-976) προσκάλεσε τὸν Ἀθανάσιο στὴν Κωνσταντινούπολη. Κατὰ τὴν συνάντηση ὁ αὐτοκράτωρ, παρ’ ὅτι ἐγνώριζε τὸν στενὸ δεσμὸ τοῦ Ἀθανασίου μὲ τὸν δολοφονηθέντα αὐτοκράτορα Νικηφόρο Φωκᾶ (963-969), ὄχι μόνον δὲν ἔδειξε ἀντιπάθεια ἢ ἐχθρότητα πρὸς τὸν Ἀθανάσιο, ὅπως ἀνέμεναν οἱ ἀντιφρονοῦντες, ἄλλα ἔδειξε φιλικὴ στάση καὶ πραγματοποίησε ὅλα του τὰ αἰτήματα. Ἡ στάση αὐτὴ ἄμβλυνε τὶς ἀντιθέσεις καὶ ὁδήγησε στὴν συμφιλίωση τῶν δύο πλευρῶν. Ἀποτέλεσμα τῶν διαβουλεύσεων ἦταν νὰ ἀποσταλεῖ στὸν Ἄθω ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Στουδίου Εὐθύμιος, προκειμένου να λυθεῖ ὁριστικὰ τὸ ἁγιορειτικὸ ζήτημα. Ἐπὶ τῇ εὐκαιρίᾳ ἐκείνης τῆς συναντήσεως ὁ Ἰωάννης Τζιμισκὴς ἐξέδωσε χρυσοβουλλο ὑπὲρ τῆς Λαύρας, καὶ ἐπικύρωσε ὅλες τὶς διατάξεις τοῦ χρυσοβούλλου τοῦ προκατόχου του.
. Ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Στουδίου Εὐθύμιος ἦλθε στὸν Ἀθανάσιο. Μετὰ
ἀπὸ πολλὲς διαβουλεύσεις μεταξὺ τῶν ἁγιορειτῶν συνετάγη ἕνα κείμενο, ποὺ
ἐνέκριναν ὅλοι οἱ ἡγούμενοι καὶ τὸ ὑπέγραψεν ὁ Πρῶτος, 57 ἡγούμενοι τοῦ
Ἄθω καὶ ἄλλοι πρόκριτοι ἁγιορεῖτες. Τὸ κείμενο αὐτό, γνωστὸ ὡς Τυπικό
τοῦ Τζιμισκῆ, φέρει ἐπίσης καὶ τὴν ὀνομασία «Τράγος» γιατί εἶχε γραφεῖ
«ἐπὶ αἰγείου (κατσικίσιου) δέρματος» (περγαμηνή). Ὁ «Τράγος», ἀπὸ τῆς
καθιερώσεώς του φυλάσσεται στὸ Σκευοφυλάκιο τοῦ Πρωτάτου καὶ τῆς Ι.
Κοινότητος.
. Μετὰ τὴν κύρωση καὶ ἐφαρμογὴ τοῦ Τυπικοῦ του Τζιμισκῆ, ὁ Ἀθανάσιος
ἀπερίσπαστος ἀσχολήθηκε μὲ τὴν διοίκηση τῆς Λαύρας καὶ τὰ πνευματικά
του καθήκοντα. Ἰδιαίτερα ἐμερίμνησε γιὰ τὴν διοικητικὴ ὀργάνωση τῆς
Μονῆς, τὴν ὀρθὴ διαχείριση τῶν οἰκονομικῶν, τὴν λειτουργικὴ εὐταξία καὶ
διάφορα ἄλλα προσωπικὰ θέματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς καὶ γενικότερα.
ΤΟ ΤΥΠΙΚΟ ΤΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
. Ὁ Ἀθανάσιος, συνέταξε τὸ Τυπικό του, τὸ ὁποῖο διακρίνεται σὲ τρία μέρη: Τὸ Τυπικό, τὸ ὁποῖο ἀναφέρεται σὲ θέματα διοικητικά, ὅπως ἡ ἐκλογὴ ἡγουμένου, τὰ καθήκοντα, οἱ ἐξουσίες, οἱ ὑποχρεώσεις, ἡ διαδοχή, τὰ καθήκοντα τῶν προκρίτων ἀδελφῶν κ.α. Ἡ Διατύπωση, ποὺ ἀποτελεῖ σύντομο κείμενο ἀναφερόμενο κυρίως στὸν τρόπο ἐκλογῆς τοῦ ἡγουμένου, τὸν διορισμὸ ἐπιτρόπων κ.ἄ. καὶ ἡ Ὑποτύπωση, ἕνα εἶδος λειτουργικοῦ τυπικοῦ. Ἀναφέρεται δηλαδὴ στὴν τέλεση τῶν Ἱ. Ἀκολουθιῶν ὅλου του ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους. Ὁ Ἀθανάσιος, ἀνεγνωρίσθη καὶ καθιερώθη ὡς ὁ ἀναμορφωτὴς ἀρχηγέτης καὶ πατριάρχης τοῦ ἀθωνικοῦ μοναχισμοῦ. Ἡ συμβολή του στὴν καθιέρωση καὶ ἀναγνώριση τοῦ μοναχικοῦ καθεστῶτος τῆς ἀθωνικῆς πολιτείας ὑπῆρξε καταλυτικὴ καὶ πανθομολογούμενη.
. Ἔζησε βίον, πέραν τῶν διοικητικῶν του ἱκανοτήτων, ὁσιακόν. Ἡ ἀρετὴ
του ἀνεγνωρίσθη ἀπὸ πολλούς. Διεκρίνετο γιὰ τὴν σοφία, τὴν εὐγένεια, τὴν
πραότητα, τὸ φιλάνθρωπον πρὸς ὅλους, τὴν φιλοξενία, τὴν ἀσκητικότητα.
. Ὑπῆρξε κατὰ τὸν βιογράφο του: «Ἀρχὴ πάντων καὶ τέλος … πᾶσι τύπος
καὶ νόμος ἦν … πολυτρόπος καὶ πολυειδὴς τὴν κυβέρνησιν … Χριστὸν τὸν
ἑαυτοῦ ποιμένα μιμούμενος». Ὁ Ἀθανάσιος ἐκοιμήθη περὶ τὸ 1000 μ.Χ.
Πάνδημος ὑπῆρξε ἡ ἐκφορὰ τοῦ ἱεροῦ σκηνώματός του, ὅπου παρέστη ἡ τοῦ
«Ὄρους Γερουσία». Ἀνεγνωρίσθη Ὅσιος καὶ ἡ μνήμη τοῦ ἑορτάζεται τὴν
5ην Ἰουλίου.
ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
. Ἐκεῖνο ὅμως τὸ ὁποῖο ἰδιαίτερα
χαρακτήριζε τὸν Ὅσιον Ἀθανάσιο, δὲν ἦταν τόσο ἡ ἵδρυση τῆς Λαύρας, ἡ
συμβολή του στὴν διαμόρφωση τοῦ ἁγιορείτικου καθεστῶτος, οἱ σχέσεις του
μὲ τοὺς αὐτοκράτορες τῆς ἐποχῆς του, ἀλλὰ ἡ πνευματικὴ συγκρότηση τῆς
προσωπικότητάς του. Ὁ Ὅσιος ὑπῆρξε κατ’ ἐξοχὴν ἕνας γνήσιος μοναχός,
ἕνας αὐθεντικὸς ἀσκητής. Κέντρο τῆς ζωῆς του ἦταν ἡ πνευματική του
κατάρτιση, ἡ κατάκτηση τῶν δωρεῶν τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Ἡ προσωπικότης
του συγκρίνεται μὲ τὶς μεγάλες προσωπικότητες τοῦ μοναχισμοῦ τῆς
Ὀρθόδοξης Ἀνατολῆς, ὅπως τοῦ Ὁσίου Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου, τοῦ Θεοδώρου
τοῦ Στουδίτου κ.ἄ. Ἐβίωσε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν αὐθεντική του διάσταση,
κατέκτησε τὴν ἀρετὴ καὶ ἀξιώθηκε θείων χαρισμάτων καὶ δωρεῶν καὶ ὅπως
σημειώνει ὁ ἐγκωμιαστὴς τοῦ «τοῖς ἀγγέλοις ἐφάμιλλος ὤφθη». Ἀξιώθηκε τοῦ
χαρίσματος τοῦ θαυματουργεῖν. Ὁ βιογράφος του ἀναφέρει μερικὰ ἀπὸ τὰ
θαύματα τὰ ὁποῖα ἐν ζωῇ καὶ μετὰ θάνατον ἐποίησε.
Μεταξὺ αὐτῶν ἀναφέρουμε:
Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΧΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
. Ἡ παράδοσις τῆς Μονῆς διασώζει τὸ ἑξῆς θαυμαστὸ περιστατικό: Ὁ μοναχὸς Ἀθανάσιος, ὁ ἀποθηκάριος, στὴν ἀρχὴ τῆς μοναχικῆς του ζωῆς, εὐρισκόμενος κάποτε στὸν Μυλοπόταμο, ἔπαθε ὑδρωπικία. Βλέποντας τὴν κατάστασή του, ὁ Ὅσιος τοῦ ὑπέδειξε νὰ μεταβεῖ στὴν Λαύρα, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ ἀπὸ τὸν ἰατρὸ τῆς Μονῆς. Ὅταν ἔφθασε ἐκεῖ, οἱ ἰατροὶ ποὺ τὸν ἐξέτασαν, δὲν πίστευαν ὅτι θὰ θεραπευθεῖ. Τότε ὁ Πατὴρ τὸν λυπήθηκε, γιὰ τὴν κατάστασή του καί, ἀφοῦ ἄγγιξε μὲ τὸ χέρι του τὴν κοιλιά, εἶπε: «Ὕπαγε τέκνον τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ, οὐδὲν κακὸν ἔχεις». Ἀμέσως μὲ τὸν λόγο ὁ μοναχὸς ἔγινε ὑγιής.
Η ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΣΤΟΝ ΟΣΙΟ
. Κατὰ τὸ ἔτος 963, συνέβη λιμὸς στὴν Αὐτοκρατορία, ἕνεκα τοῦ ὁποίου ἐδημιουργήθη ἔλλειψη τροφῶν καὶ στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐπειδὴ εἶχε ἀρχίσει ἡ οἰκοδομὴ τῆς Λαύρας καὶ νὰ ἐξαντλοῦνται τὰ ὑλικὰ καὶ τὰ τρόφιμα, ὁ Ὅσιος ἀπεφάσισεν νὰ μεταβεῖ στὶς Καρυές, γιὰ νὰ συμβουλευθεῖ τὸν Πρῶτο καὶ τοὺς γέροντες ἐπὶ τοῦ πρακτέου. Ἐνῶ λοιπὸν ἐπορεύετο πρὸς τὶς Καρυές, σὲ ἀρκετὴ ἀποσταση ἀπὸ τὴν Μονή, συναντᾶ μίαν σεμνοτάτην καὶ ὡραιωτάτην γυναίκα. Ἀπὸ τὴν θέα τῆς ἐταράχθη. Ἀλλὰ πρώτη ἡ γυνὴ ἐρώτα τὸν Ἀθανάσιον «Πόθεν ἔρχεσαι, Ἀθανάσιε, καὶ ποῦ πορεύεσαι;».
. Ἔκπληκτος ὁ Ὅσιος ἀπάντησε «Ποία εἶσαι ἐσύ, ἡ ὁποία μου ὁμιλεῖς καὶ γνωρίζεις τὸ ὄνομά μου;».
. «Ἐγὼ εἶμαι ἡ Μήτηρ τοῦ Κυρίου καὶ προστάτις σου», ἀπαντᾶ ἐκείνη,
καὶ συνεχίζει «Ἀλλ’ εἶπε μοι, διατὶ ἐγκατέλιπες τὴν Λαύραν, καὶ ποῦ
μεταβαίνεις;»
. Καὶ ὁ Ὅσιος: «Δὲν πιστεύω ὅτι εἶσαι ἡ Κεχαριτωμένη, ἐὰν δὲν ἰδῶ κάποιο σημεῖον».
. «Δίκαιον ἔχεις, Ἀθανάσιε, διὰ νὰ πιστεύσης, ἰδοὺ», ἀπάντησε.
«Χτύπησε σταυροειδῶς μὲ τὴν ράβδο σου αὐτὴν τὴν πέτρα ἐπικαλούμενος τὸ
ὄνομα τῆς Παναγίας Τριάδος καὶ θὰ ἰδεῖς εὐθὺς νὰ ἀναβλύζει ἄφθονον καὶ
ἀστείρευτον ὕδωρ».
. Πεισθεὶς ὁ Ὅσιος, ἐκτύπησε τὴν ἐνώπιόν του πέτρα καὶ ἀμέσως
ἀνέβλυσεν ὕδωρ, καὶ τὸ σημεῖον ἐκεῖνο ἔκτοτε ὀνομάσθηκε ὕδωρ τοῦ
ἁγιάσματος, ἔνθα ἐκτίσθη ναΰδριον τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς.
. Μετὰ τὸ γεγονὸς τοῦτο, προσέπεσε ἐνώπιον τῆς Παναγίας καὶ ἐζήτησε
συγγνώμη. Τότε ἡ Παναγία ὑποσχέθηκε στὸν Ὅσιο νὰ ἀναλάβει τὴν τροφοδοσία
τῆς Μονῆς καὶ τῶν ἄλλων ἀναγκαίων, καὶ τὸν προέτρεψε νὰ ἐπιστρέψει στὴν
Λαύρα, καὶ ἔγινε εὐθὺς ἄφαντος.
. Ὁ Ἀθανάσιος ἐπέστρεψε στὴν Μονή. Μόλις διέβη τὴν κεντρικὴν πύλη καὶ
εἰσῆλθεν στὴν αὐλή, βλέπει ἐνώπιόν του καὶ πάλι τὴν Ὑπεραγίαν θεοτόκον, ἡ
ὁποία τὸν ὁδήγησε στὴν ἀποθήκη τῆς Μονῆς, ἡ ὁποία ἦταν πλέον πλήρης
τροφίμων. Δεικνύουσα δὲ ἡ Παναγία τὴν εὐλογία ἐκείνη τοῦ θεοῦ, λέγει
στὸν Ὅσιο «θέλω, τέκνον μου Ἀθανάσιε, εἰς τὸ ἑξῆς νὰ μὴ ὁρίσης ἐσὺ καὶ
οἱ διάδοχοι σου Οἰκονόμον εἰς τὴν Μονήν, διότι ἐγὼ θὰ εἶμαι
ἡ Οἰκονόμισσα τῆς Λαύρας μέχρι τῆς συντελείας τῶν αἰώνων» καὶ ἔγινε πάλι
ἄφαντος. Πράγματι, ὁ Ὅσιος κατόπιν αὐτῶν συνέχισε τὴν ὁλοκλήρωση τῆς
Λαύρας, μέχρι συντελέσεως τῆς ὁποίας ἐπήρκεσεν ἡ εὐλογία ἐκείνη τῶν
τροφίμων. Στὸ σημεῖο ὅπου ἐνεφανίσθη ἡ Παναγία ἀνηγέρθη ὕστερα, καὶ
ὑπάρχει ἕως σήμερον τὸ Προσκυνητάριον τῆς Παναγίας τῆς
Οἰκονομίσσης, μετ’ ἀκοιμήτου κανδήλας.
Ο ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ ΣΙΛΒΕΣΤΡΟΣ
ΚΑΙ Η ΑΝΑΚΟΜΙΔΗ ΤΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
. Ἀναφέρεται ἐπίσης ὅτι: «Κατὰ τὴν ζῶσαν καὶ ἀδιάκοπον παράδοσιν τῆς Μονῆς λέγεται ὅτι ζῶν ὁ Ὅσιος εἶχεν ἀφήσει ἐντολὴν περὶ μὴ ἐκταφῆς του, ἡ ὁποία καὶ ἐτηρεῖτο ἐπὶ αἰῶνες. Ἀλλά, κατὰ τὴν παράδοσιν ἐπίσης, ὁ Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Σίλβεστρος, ὅτε τὸ 1575 μετέτρεψε τὴν Μονὴ ἀπὸ ἰδιορρύθμου εἰς κοινόβιον, ἠθέλησεν ἐξ εὐλάβειας ν’ ἀνοίξη τὸν τάφον. Ἀφοῦ λοιπὸν ἔπεισε τοὺς Πατέρας, ἐπεχείρησε μετ’ αὐτῶν τὸ ἄνοιγμα τοῦ τάφου. Ὅταν ἐκτύπησαν διὰ τῶν σχετικῶν ἐργαλείων πρὸς διάνοιξιν, ἐξῆλθον ἐκεῖθεν φλόγες πυρός, αἱ ὁποῖαι κατετρόμαξαν τὸν Πατριάρχην καὶ τοὺς περὶ αὐτόν, ὥστε νὰ σταματήσουν πάραυτα τὸ ἐγχείρημα. Οὕτως ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου παραμένει μέχρι σήμερα ἄθικτος, κατὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ Πατρός».
. Τὰ ὅρια καὶ τὸ μέγεθος τῆς πνευματικῆς συγκροτήσεως καὶ
ἀκτινοβολίας τοῦ Ὁσίου Ἀθανασίου παριστᾶ τὸ Ἀπολυτίκιο αὐτοῦ, τὸ ὁποῖο
ἔχει ὡς ἑξῆς: «Τὴν ἐν σαρκὶ ζωήν σου
κατεπλάγησαν, Ἀγγέλων τάγματα, πῶς μετὰ σώματος, πρὸς ἀοράτους συμπλοκὰς
ἐχώρησας ἀοίδιμε, καὶ κατετραυμάτισας τῶν δαιμόνων τὰς φάλαγγας ὅθεν
Ἀθανάσιε, ὁ Χριστὸς σὲ ἠμείψατο, πλουσίαις δωρεαῖς διὸ Πάτερ, πρέσβευε
σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν».
πηγή: christianvivliografia.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου