Ὁ ἄνθρωπος πλασθηκε ἀπὸ τὸν Θεῖο Δημιουργὸ Θρησκευτικὸ ὄν, κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο πλάστηκε καὶ ἠθικὸ ὄν. Καὶ τὰ δύο αὐτὰ ἰδιώματα εἶναι οὐσιώδη χαρακτηριστικὰ γνωρίσματα τοῦ ἀνθρώπου καί ἀρετὲς του ἔμφυτες. Οἱ ἀρετὲς αὐτὲς μαρτυροῦνται ἀπὸ τὸ σύνολο τῆς κοινωνικῆς του ζωῆς.
Ἡ κοινωνικότητα εἶναι ἀπολύτως ἀναγκαία γιὰ τὴ συντήρηση, τὴν ἀνάπτυξη καὶ τὴν πρόοδο τοῦ ἀνθρώπου. Γιὰ τὴ στερέωση λοιπὸν τῆς κοινωνίας ἀποδείχθηκε ὅτι εἶναι ἀναγκαία ἡ ἠθικὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, αὐτὴ ποὺ θεμελιώνεται στὸν ἠθικὸ νόμο καί παράλληλα ἔγινε φανερὸ ὅτι μόνο αὐτὴ ἡ ζωὴ ταιριάζει στὸν ἄνθρωπο, ἀφοῦ μάλιστα εἶναι ἔμφυτο γνώρισμὰ του. Ὅπως ἡ ἠθικότητα εἶναι ἔμφυτη ἀρετὴ τοῦ ἀνθρώπου καί φανερώνεται ὡς ἀπολύτως ἀναγκαία γιὰ τὴ συντήρηση του, τὴν ἀνάπτυξη καὶ τὴν πρόοδὸ του, ἔτσι καὶ ἡ Θρησκευτικότητα εἶναι ἔμφυτη ἀρετὴ και ἀποδεικνύεται ἀπολύτως ἀναγκαία γιὰ τὴν ὑποστήριξη τοῦ ἠθικοῦ νόμου. Εἶναι ἑπόμενο λοιπόν ὅτι τοῦ ἠθικοῦ νόμου ἕπεται ὁ Θρησκευτικὸς νόμος καί ὅτι τὴν ἠθικότητα ἀκολουθεῖ ἡ Θρησκευτικότητα τοῦ ἀνθρώπου.
Καθὼς μάλιστα χωρὶς τὴν ἠθικὴ ὁ ἄνθρωπος δὲν θὰ κατορθώσει νὰ συγκροτήσει κοινωνία, νὰ ἀναπτυχθεῖ καὶ νὰ προοδεύσει, ἔτσι καὶ δίχως τὴ Θρησκεία εἶναι ἀδύνατο νὰ αποβεῖ ἠθικός καὶ νὰ ἑδραιώσει τὶς κοινωνίες πάνω σὲ ἠθικὲς ἀρχές. Ἡ ἀνάπτυξη καὶ ἀνύψωση τοῦ ἀνθρώπου σὲ περίβλεπτη ἠθικὴ εὐγένεια, ὀφείλεται στὶς ἔξοχες αὐτὲς ἀρετές, τὴν ἠθικότητα καὶ Θρησκευτικότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλήθεια, τὶ μπορεῖ νὰ συντελέσει περισσότερο ἀπὸ τὴν ἠθική, στὴ συντήρηση, ἀνάπτυξη καὶ προαγωγὴ τῆς κοινωνίας τῶν ἀνθρώπων; Τίποτα ἀπολύτως τίποτα! Τὶ μπορεῖ νὰ παρουσιασθεῖ καταλληλότερο ἀπὸ τὴ Θρησκεία γιὰ τὴ στερέωση καὶ ἐξασφάλιση τῶν ἠθικῶν ἀρχῶν τῆς κοινωνίας; Τίποτα ἀπολύτως τίποτα! Ἡ μὲν ἠθικὴ, γίνεται ὁ συνεκτικὸς ἱστὸς τῆς κοινωνίας καὶ ὁ φρουρὸς τῶν ἀγαθῶν της, ἡ δὲ Θρησκεία ὁ φρουρὸς τοῦ ἠθικοῦ νόμου. Αὐτὴ ἡ δύναμη τῆς Θρησκείας μαρτυρᾶ τὴν άπολυτη ἀναγκαιότητα της. Διότι χωρὶς Θρησκεία ἀδυνατεῖ νὰ ὑπάρξει ἠθικὴ, ἄνευ Θρησκείας εἶναι ἀδύνατο νὰ ὑπάρξει ἠθικὸς νόμος.
Ὁ ἠθικὸς νόμος προϋποθέτει τὸν Θεῖο Νομοθέτη, ὁ ὁποῖος διατυπώνει τὸ Θεῖο Του θέλημα ὡς νόμο ἠθικὸ. Ὤστε λοιπόν εἶναι ἠθικὴ ἀνάγκη νὰ συνυπάρχει ὁ ἠθικὸς νόμος καὶ νὰ συμβαδίζει μὲ τὴ Θρησκεία, γιὰ νὰ ὑφίσταται κοινωνία καὶ νὰ ἀπολαμβάνει ὁ ἄνθρωπος τὰ ἀγαθὰ της. Ἑπομένως, ὁ ἄνθρωπος ἐφόσον ὑπάρχει ἠθικός, ὑπάρχει καὶ Θρησκευτικός Ἡ Θρησκεία εἶναι ὁ κυβερνήτης τῶν ἀποφάσεων καὶ τῶν σχεδίων τοῦ ἀνθρώπου, ὁδηγώντας τὸν πρὸς τὴν πραγματοποίηση τους. Χωρὶς Θρησκεία ὁ ἄνθρωπος εἶναι μυστήριο ἀκατάληπτο. Ὁ νοῦς του, ἡ διάνοια του καὶ τὸ αὐτεξούσιο, δίχως τὴ Θρησκεία καὶ τὸν ἠθικὸ νόμο, δὲν τοῦ παρέχουν καμμιὰ περίοπτη θέση στὴ συνομοταξία τῶν ζώων, οὔτε σὲ ὑψηλὴ θέση μπορεῖ νὰ τὸν τοποθετήσει, οὔτε κάποιο προνόμιο τοῦ δίνει, ὥστε νὰ στέκεται μὲ διάθεση ἀνωτερότητας ἀπέναντι τους καὶ νὰ ὑπερηφανεύεται ἔναντι τῶν ὑπόλοιπων ζώων.
Διότι ἡ σκέψη καὶ ὁ λόγος χωρὶς ἠθική, χωρὶς ἠθικὸ νόμο καὶ ἠθικὲς ἀρχές, γίνεται ὄργανο καὶ μέσο διαφθορᾶς καὶ ἐξαθλίωσης, ὁδηγεῖ δὲ τὸν ἄνθρωπο στὴν ἀποκτήνωση, ἡ ὁποία τὸν καθιστᾶ πιὸ θηριώδη καὶ ἀπὸ τὰ ζῶα. Χωρὶς τὴ Θρησκεία, ὁ ἄνθρωπος καταλήγει νὰ διαφθείρει τὸν Θεοειδὴ του χαρακτήρα, καταστρέφοντας τὸ κάλλος τῆς εἰκόνας του, ποὺ ὑπάρχει καθ’ όμοίωση τῆς Θείας εἰκόνας. Ἀπομακρύνει τὶς εὐγενικὲς ἰδέες τοῦ καλοῦ, τοῦ ἀγαθοῦ, τοῦ δίκαιου καὶ τοῦ ἀληθινοῦ κυριεύεται ἀπὸ ζωώδεις ὁρμές, στὶς ὁποῖες καμμιὰ εὐγένεια δὲν ἔχει ἀπομείνει. Χωρὶς τὴ Θρησκεία, ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἀντίπαλος τοῦ ἀγαθοῦ, δύναμη ποὺ ἀντιστρατεύεται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ καταπολεμᾶ τοὺς Θείους νόμους, οἱ ὁποῖοι ὁδηγοῦν τὸν ἄνθρωπο στὸ καθορισμένο τέλος τὸ ὁποῖο εἶχε θέσει ἐξαρχῆς ὡς στόχο. Ἡ Θρησκεία εἶναι ὑψηλὸ συναίσθημα, ποὺ ἀγγίζει τὶς πιὸ μυστικὲς χορδὲς τῆς καρδιᾶς, ἀναπτερώνει τὸ φρόνημα, ἀνυψώνει τὸν νοῦ πάνω ἀπὸ τὸν αἰσθητὸ οὐρανό, διευθύνει τὶς σκέψεις σύμφωνα μὲ τὸ ἀμετάτρεπτο θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ προσαρμόζει τὶς πράξεις καὶ τὸν τρόπο ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴ φύση καὶ τὸν ὑψηλὸ προορισμὸ του.
Ἡ Θρησκεία καθοδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὸν ἀγώνα τῆς πολύπλοκης ζωῆς του καί τὸν ὁδηγεῖ ἀπλανῶς στὸ ἀσφαλὲς λιμάνι τῆς ψυχικῆς γαλήνης. Βραβεύει τὴν πρόοδο, τὴν ἀνάπτυξη καὶ τὴν εὐδαιμονία. Ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὸ ἀειθαλὲς λιβάδι, ὅπου μαζεύει τὰ εὐωδιαστὰ λουλούδια, ποὺ κατευχαριστοῦν τὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιά του.
Τὴ δύναμη αὐτὴ τῆς Θρησκείας καὶ τὴ σωτηριώδη ἐπίδραση της πάνω στὶς κοινωνίες τῶν ἀνθρώπων, στὶς καρδιὲς καὶ τὶς ψυχὲς τους, ἀναγνώρισε ἡ ἀνθρωπότητα ἤδη ἀπὸ τὰ πανάρχαια χρόνια, γι’ αὐτὸ τὴν εὐλαβήθηκε καὶ τὴ σεβάστηκε. Ἀρχηγοὶ καὶ ἀντιπρόσωποι τῆς Θρησκείας ἀναδεικνύονταν σὲ ἀνώτατα πρόσωπα τῆς κοινωνίας. Οἱ ἄρχοντες, οἱ βασιλεῖς καὶ οἱ ἡγεμονεύοντες τοὺς λαούς, ἀναλάμβαναν τὸ ἀξίωμα τοῦ λειτουργοῦ τῆς Θρησκείας. Ἡ τιμὴ ποὺ ἀπορρέει ἀπὸ τὸ ἀξίωμα τοῦ Θρησκευτικοῦ λειτουργοῦ, στόλιζε καὶ λάμπρυνε τὰ βασιλικὰ στέμματα. Τόση μεγάλη εἶναι ἡ εὐλάβεια πρὸς τὴ Θρησκεία, ὥστε ἡ τιμὴ τοῦ ἱερατικοῦ ἀξιώματος νὰ εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν τιμὴ τῆς βασιλικῆς ἐξουσίας καὶ ἡ δύναμη τῆς Θρησκείας νὰ εἶναι ἰσχυρότερη ἀπὸ τὴ δύναμη τῶν ἀνθρώπινων νόμων καὶ τὴν ἐξουσία τοῦ ἡγεμόνα.
Ἡ δύναμη τῆς Θρησκείας εἶναι μεγάλο ἠθικὸ χαλινάρι, ποὺ συγκρατεῖ τὰ πάθη, τὶς ὁρμὲς καὶ τὶς ἐπιθυμίες. Διευθύνει μὲ ἀσφάλεια τὴν ἀνθρωπότητα πρὸς τὸν ὑψηλὸ της προορισμὸ καί τὴ θέση τοῦ ἀξιώματος ποὺ εἶναι προορισμένη ἀπὸ τὴ Θεία πρόνοια νὰ ἀνυψωθεῖ. Ὁ ἄνθρωπος μὴ μπορώντας ἀλλιῶς νὰ ἀνυψωθεῖ στὸ ἀξίωμα αὐτό, παρὰ μόνο μὲ τὴ Θρησκεία, ἡ ὁποία ἔχει μέσα της τὴ δυνατότητα τῆς ἠθικῆς διαπλαστικῆς δύναμης, μαρτυρεῖται ὡς ὕπαρξη Θρησκευτική. Πράγματι, ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὄν Θρησκευτικό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου